ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΘΑΥΜΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ
ΜΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΕΘΕΣΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΟ ΣΑΘΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜA ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕ ΤΙΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Σήμερα η επέτειος της 21 Απριλίου. Μια επέτειος η
όποια έχει κατασυκοφαντηθεί από τους διαφόρους επαγγελματίες δημοκράτες, από
όλο το πολιτικό φάσμα από τα δεξιά ως τα αριστερά, σαπρόφυτα της αριστεράς μέχρι τους αυτόχειρες ηλιθίους της χαζοχαρούμενης
δεξιάς της μεταπολίτευσης, που τόσα χρόνια μας μιλούν για την κακιά χούντα η
οποία στέρησε τις ελευθερίες στον ελληνικό λαό, κατάργησε την δημοκρατία, εξόρισε
και χτύπαγε αθώους πολίτες και ήταν αμερικανοκίνητη(εδώ γελάμε).
Ήταν όμως έτσι τα πράγματα η μήπως η Ελλάδα ζούσε καλύτερες μέρες μια απλή
διαδρομή στο παρελθόν θα μας βοηθήσει.
Το οικονομικό θαύμα της 21ης Απριλίου
Και νέα έκθεση της ΕΟΚ ομολογεί το οικονομικό θαύμα που συντελέστηκε επί
διακυβερνήσεως της χώρας από την στρατιωτική κυβέρνηση της 21ης Απριλίου!
Πρόκειται για την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της ΕΟΚ που αναφέρεται στην
ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και προτείνει τρόπους ενισχύσεώς
της. Στην έκθεση αυτή διαβάζουμε:
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός του ΑΕΠ της Ελλάδος την
περίοδο 69-73 ήταν 7,8% έναντι αντιστοίχου ρυθμού της κοινότητας 4,6%. Την
περίοδο μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση (73-80) η αύξηση ήταν 3.5% έναντι 2.3%
της Κοινότητας. Από το 1980 όμως και μετά και για την περίοδο 80-86 ο ρυθμός
γίνεται μικρότερος του αντίστοιχου της Κοινότητας 0.7% έναντι 1.4%. Οι ρυθμοί
για το 1986 και 1987 είναι 1.3% και 0.7% αντίστοιχα, ενώ οι εκτιμήσεις για την
Κοινότητα είναι πιο ενθαρρυντικές 2.5% και 2.2%
Είναι φανερό ότι τα χρόνια 79 και 80 είναι το
σημειό καμπής της προηγούμενης τάσεως. Η κρίση επηρέασε λιγότερο τον τομέα
ρυθμού αυξήσεως της βιομηχανίας από 6.1% την περίοδο 72-79 γίνεται αρνητικός
(0.7%) την περίοδο 80-85. Η συμμετοχή του προϊόντος της μεταποιήσεως στο ΑΕΠ
από 21.3% το 80 πέφτει στο 18.7% το 1985 (στα επίπεδα του 1972).
Η κατανάλωση
Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αυξήσεως της εσωτερικής
ζητήσεως για προϊόντα μεταποιήσεως την περίοδο 72-79 σε πραγματικούς όρους ήταν
6.2% έναντι 3.6% της Κοινότητας των 4. Η εικόνα όμως άλλαξε τελείως την επόμενη
περίοδο 79-85 με πτώση του μέσου ρυθμού στο -0.6% έναντι ρυθμού 0.1% για τους 4
της Κοινότητας. Η ανάκαμψη που άρχισε το 1983 δεν ήταν ακόμη επαρκής ώστε να
επιτευχθεί το επίπεδο του 1979. Στις εξωτερικές αγορές τα μερίδια της χώρας
παρέμειναν σχετικά σταθερά μεταξύ των ετών 74 και 1985. Το γεγονός αυτό σε
συνδυασμό με το κόστος στο εσωτερικό δημιούργησαν αναμφίβολα προβλήματα στις
εξαγωγές. Στην περίοδο 70-79 παρατηρήθηκε μια ανάπτυξη των κλάδων των
υφαντικών, χημικών και μη μεταλλικών ορυκτών παρόμοια με εκείνη που χαρακτήρισε
τις πρόσφατες βιομηχανοποιημένες χώρες (MICS). Μετά την κρίση του 1979-80 οι
κλάδοι των τροφίμων και των χημικών δεν επηρεάστηκαν αισθητά, ενώ δυσμενής ήταν
η εξέλιξη του κλάδου των υφαντικών.
Η σχέση μεταξύ παραγωγικότητας και
απασχολήσεως
Την περίοδο 72-79 η παραγωγικότητα της εργασίας για
το σύνολο της οικονομίας αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό (2.8%) λίγο μεγαλύτερο
από εκείνο της Κοινότητας (2.5%). Η τάση αυτή συνεχίστηκε και μεταξύ των ετών
79-85 1.3% έναντι 1.4% της Κοινότητος. Η αύξηση της παραγωγικότητος για το 1986
εκτιμάται μικρότερη από εκείνη της Κοινότητος (1.0% έναντι 1.9%) ενώ το 1987
προβλέπεται μείωςση κατά 0.8% έναντι θετικού ρυθμού της Κοινότητος 1.5%
Επενδύσεις
Από το 1974 και μετά οι επενδύσεις στην μεταποίηση
μειώνονται. Παρατηρείται μικρή ανάκαμψη το 1979-80 και το ποσοστό στο σύνολο
των επενδύσεων το 1984-85 ανέρχεται στο 14.5% δηλαδή στα επίπεδα του 1970.
Επιπλέον οι επενδύσεις υλοποιούνται σε παραδοσιακές βιομηχανίες όπως τροφίμων,
υφαντικών, ενδύσεως, τσιμέντου κλπ. Το ποσοστό συμμετοχής των επενδύσεων σε
παραδοσιακούς κλάδους μειώνονταν μέχρι το 1970 και κατόπιν είχε ανοδική πορεία.
Αντίθετα η συμμετοχή των επενδύσεων σε κεφαλαιουχικά αγαθά σημείωσε αντίστροφη
πορεία. Οι δημόσιες επενδύσεις στη μεταποίηση ενώ στην περίοδο του 70-75 ήταν
το 2% του συνόλου των επενδύσεων του κλάδου, το ποσοστό ανέρχεται στο 5% την
δεκαετία του 75-85.
Οι άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό εμφανίζονται
την δεκαετία του 1960 (Ν. 2687/53) και ανέρχονται στο 61% του συνόλου των
επενδύσεων την μεταποίηση και υλοποιούνται σε μονάδες παραγωγής κεφαλαιουχικών
αγαθών. Στο τέλος της δεκαετίας του 70 το ποσοστό μειώνεται στο 4% και
στρέφεται στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών. Η μείωση αυτή αντανακλά κυρίως
διεθνείς τάσεις καθώς και την επίδραση της βαθμιαίας απώλειας του
πλεονεκτήματος του κόστους εργασίας.
Εδώ είδαμε μια έκθεση της ΕΟΚ πανό στο οικονομικό
θαύμα της επταετίας επίσης η Ελλάδα είχε βραβευτεί και για την οικονομικής
ευημερία. Μια σύγκριση με την παρούσα κατάσταση θα ήταν τουλάχιστον γελοία. Επίσης
μην ξεχνάμε και την διαγραφή των αγροτικών χρεών σε αντίθεση με τους σημερινούς
μνημονιακούς πολιτικούς οι οποίοι κατ΄ εντολή των τοκογλύφων δανειστών μας
πολιτική εξόντωσαν τα μεσαία λαϊκά στρώματα,
τους μικρομεσαίους αυτοαπασχολούμενους την ραχοκοκαλιά επί χρόνια της ελληνικής
οικονομίας , που παράγουν μόνο ανέργους έλληνες και φτωχοποίησαν σε βαθμό εξαθλίωσης
(μετράμε πάνω από 1,5 εκατομμύριο ανέργους) το ένα τρίτο του ελληνικού πληθυσμού.